- Κελτικός
- ΚελτικόςCelticmasc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
κελτικός — ή, ό (Α κελτικός, ή, όν) [Κέλτης] αυτός που ανήκει ή αναφέρεται ή είναι σχετικός με τους Κέλτες, ο γαλατικός («κελτικές γλώσσες) αρχ. το θηλ. ως ουσ. ἡ Κελτική η χώρα τών Κελτών, τών Γαλατών … Dictionary of Greek
Κελτικά — Κελτικός Celtic neut nom/voc/acc pl Κελτικά̱ , Κελτικός Celtic fem nom/voc/acc dual Κελτικά̱ , Κελτικός Celtic fem nom/voc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Κελτικῶν — Κελτικός Celtic fem gen pl Κελτικός Celtic masc/neut gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Κελτικόν — Κελτικός Celtic masc acc sg Κελτικός Celtic neut nom/voc/acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Άμβρωνες — Κελτικός λαός τον οποίο υπέταξαν οι Ρωμαίοι. Αναφέρονται δύο μάχες τους εναντίον των ρωμαϊκών στρατευμάτων: η πρώτη το 105 π.Χ., όταν νίκησαν τους Ρωμαίους ύπατους Μάνλιο και Καιπίωνα και η δεύτερη το 102 π.Χ., κοντά στα «Σέξτια Ύδατα» (στον… … Dictionary of Greek
Κελτικαῖς — Κελτικός Celtic fem dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Κελτικαί — Κελτικός Celtic fem nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Κελτικοῖς — Κελτικός Celtic masc/neut dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Κελτικοῖσιν — Κελτικός Celtic masc/neut dat pl (epic ionic aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Κελτικοί — Κελτικός Celtic masc nom/voc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)